- αποδιδράσκω
- (αόρ. απέδρασα) αμετ. совершать побег
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ἀποδιδράσκω — run away pres subj act 1st sg ἀποδιδράσκω run away pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αποδιδράσκω — (αποδιδράσκω) → δες απέδρασα … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
αποδιδράσκω — (AM ἀποδιδράσκω) (νεοελλ., άχρηστος ο ενεστ. κ. ο πρτ.) δραπετεύω αρχ. 1. φεύγω μακριά τρέχοντας, διαφεύγω 2. αποφεύγω κάποιον ή κάτι 3. λιποτακτώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + διδράσκω σπάνια χρησιμοποιείται ως απλό οι ρηματικοί του τύποι συνήθως… … Dictionary of Greek
ἀπέδραν — ἀποδιδράσκω run away aor ind act 3rd pl (epic) ἀπέδρᾱν , ἀποδιδράσκω run away aor ind act 3rd pl (doric) ἀποδιδράσκω run away aor ind act 1st sg (epic) ἀπέδρᾱν , ἀποδιδράσκω run away aor ind act 1st sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδιδράσκετε — ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 2nd pl ἀποδιδράσκω run away pres ind act 2nd pl ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδιδράσκῃ — ἀποδιδράσκω run away pres subj mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres ind mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεδίδρασκον — ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 3rd pl ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεδίδρησκον — ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 3rd pl (ionic) ἀποδιδράσκω run away imperf ind act 1st sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδιδρασκόντων — ἀποδιδράσκω run away pres part act masc/neut gen pl ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδιδρησκόντων — ἀποδιδράσκω run away pres part act masc/neut gen pl (ionic) ἀποδιδράσκω run away pres imperat act 3rd pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀποδιδράσκει — ἀποδιδράσκω run away pres ind mp 2nd sg ἀποδιδράσκω run away pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)